Ένα καταπράσινο λιβάδι απλώνεται μπροστά μου. Ο γλυκός νοτιάς ανεμίζει ελαφρά τα μαλλιά μου. Κάνω κύκλους γύρω από τον εαυτό μου κοιτώντας χαρούμενα τα σύννεφα. Χορεύω, τραγουδώ, είμαι ελεύθερη… Όλα μοιάζουν τόσο γαλήνια, ο ουρανός, η γη, τα σύννεφα… Μου μυρίζει μέντα και λεβάντα. Λουλούδια στο χρώμα του δειλινού με προσκαλούν να ξαπλώσω πάνω τους. Όμως δεν μπορώ. Κάτι άλλο έχει μαγνητίσει το βλέμμα μου, πέρα μακριά σε ένα λόφο στη γραμμή του ορίζοντα… Διακρίνω μία φιγούρα, την αναγνωρίζω. Το σώμα μου είναι πλέον ανίκανο να επιχειρήσει οποιαδήποτε κίνηση. Οι μύες μου έχουν παγώσει. Η ματιά μου δεν ξεκολλάει ούτε χιλιοστό από εκείνο το μαγικό σημείο. Βλέπω εσένα και μου χαμογελάς, με χαιρετάς εύθυμα. Φωνάζεις δυνατά το όνομά μου. Χαμογελώ και η ευτυχία που ένιωθα πριν λίγα δευτερόλεπτα δε συγκρίνεται ούτε στο ελάχιστο με αυτή που νιώθω τώρα. Χαμογελάω, σχεδόν γελάω με ενθουσιασμό. Δεν το σκέφτομαι δεύτερη φορά, αρχίζω να τρέχω. Τρέχω, τρέχω, τρέχω με όλη μου τη δύναμη. Το άσπρο φόρεμά μου δεν με εμποδίζει καθόλου, δε με νοιάζει. Τα γυμνά πόδια μου αγγίζουν το υγρό χώμα του λιβαδιού, η μέντα και η λεβάντα διεισδύουν στα πνευμόνια μου. Η αίσθηση είναι μοναδική. Τρέχω σε ανηφόρες και κατηφόρες, δεν σταματώ. Σε βλέπω ακόμη με φωνάζεις. Σχεδόν έφτασα. Ανοίγεις τα χέρια σου διάπλατα για να με υποδεχτείς. Το χαμόγελό σου με κάνει να ανεβαίνω βουνά. Βλέπω την ευτυχία στα μάτια σου όταν σε πλησιάζω. Ξέρω ότι είσαι χαρούμενος που με βλέπεις, όσο είμαι κι εγώ. Ξέρω ότι με αγαπάς, όπως κι εγώ. Χαμογελάς, όπως κι εγώ. Γνωρίζοντας όλα αυτά, διακρίνοντας όλα αυτά, μπορώ να τα βάλω με τις πιο φουρτουνιασμένες θάλασσες. Ψιθυρίζεις άλλη μία φορά το όνομά μου, τόσο σιγά που ούτε οι νεράιδες στην άκρη της διαμαντένιας λίμνης δεν μπόρεσαν να σε ακούσουν. Όμως εγώ σε άκουσα. Χωρίς να σταματήσω χώνομαι στην αγκαλιά σου. Εσύ με μία κίνηση με σφίγγεις και με σηκώνεις ψηλά στον ουρανό. Νιώθω ότι μπορώ να πετάξω μαζί με τους γλάρους και τα χελιδόνια. Η αγάπη σου μου δίνει φτερά. Γελάμε και οι δύο καθώς με κάνεις σβούρες στον αέρα. Με κατεβάζεις στην αγκαλιά σου και με κρατάς λέγοντας μου πόσο χάρηκες που με είδες. Μου εναποθέτεις στο κούτελο ένα από τα πιο ζεστά φιλιά σου. Βεβαίως και περιμένεις αντάλλαγμα. Σκύβεις έτσι ώστε να σε φτάσω και να σου χαρίσω ένα μεγάλο φιλί στο δεξί σου μάγουλο, τόσο απαλό, τόσο όμορφο. Με πειράζεις και για άλλη μία φορά με σηκώνεις στον αέρα. Με αγγίζεις, με αγκαλιάζεις χωρίς φόβο. Δεν ξέρω πώς το καταφέρνεις και μου δίνεις φτερά. Φτερά με τα οποία πετάω πάνω από βουνά και θάλασσες, μέσα από ουράνια τόξα και παχιά σύννεφα. Το γέλιο σου είναι ήχος μαγικός για όλη την πλάση, ήχος μοναδικός για εμένα. Οι νεράιδες της λίμνης με ακούνε. Ακούνε τη χαρά μου και ζηλεύουν. Το νερό σείεται. Οι ομόκεντροι κύκλοι του γίνονται όλο και πιο μεγάλοι. Τρικυμία. Αρχίζεις και απομακρύνεσαι. Το γέλιο σου δεν ακούγεται πια. Ξεθωριάζεις σαν παλιά φωτογραφία.
«Μην με ξυπνάς!» Σε παρακαλώ άσε με να ονειρευτώ όπως εγώ θέλω. Η πραγματικότητα με ειρωνεύεται. Μην μου παίρνεις μακριά το όνειρο. Απομακρύνεσαι και βλέπω φόβο στα μάτια σου. Δεν με αγγίζεις πια, φοβάσαι. Δεν βλέπω πια τα κεχριμπαρένια μάτια σου. Χάθηκαν στη δύνη της λίμνης. Ένα άλλο φως με διαπερνά. Μην με ξυπνάς, μην με βγάζεις από το όνειρο. Άσε με να σε αγαπώ. Άσε με να φαντάζομαι ευτυχία. Δεν έχεις δικαίωμα να μου το στερήσεις αυτό. Το πρωινό έφτασε… Όχι ακόμη, όχι ακόμη, σε παρακαλώ…Άσε με να ονειρευτώ άλλο ένα δειλινό…Δάκρυα στο ξύπνημά μου. Το όνειρο τελείωσε. Έχασα τα φτερά μου. Δεν ανοίγω τα μάτια μου. Φοβάμαι. Φοβάμαι ότι το λιβάδι θα εξαφανιστεί για πάντα αν το κάνω. Σε παρακαλώ…Άσε με να ονειρευτώ…
Πολύ όμορφο και τρυφερό κείμενο.
Μπράβο Ginny. Πάντα τέτοια.