Koιτούσε τη βροχή

Κοιτούσε τη βροχή. Στάλα, στάλα, στάλα έπεφτε στο τζάμι του παραθύρου; μικρές σταγόνες παντού. Δεν μπορούσε να διακρίνει καθαρά. Οι αστραπές φώτιζαν τα σκοτεινά σημεία. Νόμιζε ότι η λεμονιά είχε γύρει προς το μέρος της ζητώντας προσοχή. Δε θα σκεφτόταν τα λεμόνια εκείνη τη στιγμή, θα έβαζε τον Πάνο να τα μαζέψει μεθαύριο.
Οι στάλες όλο και χτυπούσαν το τζάμι, τικ τακ τικ τακ. Μπορούσε να τον ακούει αιώνες αυτόν τον ατελείωτο ήχο. Βροχή, βροχή, βροχή. Η βροχούλα που πότιζε τους κήπους και τα λιβάδια, που οι παλιοί θεωρούσαν καλοτυχία, που γίνεται ένα με τις λίμνες και τα ποτάμια, το πιο αγνό φαινόμενο στον κόσμο αυτό, ενέτεινε τώρα τη μελαγχολία της.
Παλαιότερα η θλίψη, ο θυμός, η στενοχώρια ήταν λέξεις άγνωστες στο λεξιλόγιό της. Μεγάλο ψέμα που έλεγε στον εαυτό της. Η θλίψη ήταν παλιά φιλενάδα, ο θυμός σωστός γείτονας, η στενοχώρια καθημερινή βάση. Τα γνώριζε αυτά τα συναισθήματα, απλά τα είχε ξεχάσει τότε. Τώρα της χαμογελούσαν σαν μία ξεθωριασμένη παλιά φωτογραφία. Νόμιζε ότι άλλαξε τηλέφωνο, ότι άλλαξε γειτονιά, ότι άλλαξε συνήθειες. Νόμιζε. Ο κόσμος είχε γυρίσει ανάποδα. Δεν είχε καταλάβει πότε τα πράγματα πήραν αυτήν την τροπή. Ήθελε να μπορούσε να γυρίσει το χρόνο πίσω, τότε που η χαρά την κοίταζε με στοργή, η ευτυχία της τραγουδούσε, η αγάπη την κρυφοκοίταζε.

«Time will never revert, we’ll relive the same moment persistently in our minds but it will never change…»

Έσφιξε τα χέρια πάνω στο κορμί της για να ζεσταθεί. Η βροχή συνέχιζε να πέφτει ασταμάτητα. Κοίταξε για μία ακόμη φορά τον ουρανό. Το μπλε είχε πια χαθεί και τα γκρίζα σύννεφα είχαν γίνει κυρίαρχοι του άλλοτε απέραντου γαλάζιου. Αστραπές και βροντές χόρευαν ανάμεσα στα παχουλά σύννεφα. Δεν φοβόταν, παρακολουθούσε τη βροχή χρόνια ολόκληρα, πιστή σύντροφος.
Σήμερα ξυπνούσε αναμνήσεις, όπως κάθε φορά τα τελευταία δύο χρόνια. Οδυνηρές αναμνήσεις. Το πρόσωπό του ήρθε στιγμιαία στο μυαλό της. Έκλεισε να μάτια σφικτά προσπαθώντας να πνίξει την οδύνη.

«I was there when you were wandering on the sky trying to forget. Where are you now that I am trying to forget? You are where love is, far way separated, good for me since you are the one I’m trying to forget…»

Τα άνοιξε και τα μάτια της φαίνονταν κόκκινα στο φως των αστραπών. Έπνιγε δάκρυα μαζί με τη βροχή, προσπαθούσε. Η πιστή της φίλη την άφηνε να ξεχειλίσει χωρίς να την κρίνει. Οι αναμνήσεις στοίχειωναν και πονούσαν, σαν Ερινύες. Πώς μπορούσε όμως να ξεχάσει; Δεν ήθελε να ξεχάσει. Γέλιο ηχούσε στο μυαλό της πηγαίνοντας τη πίσω σε ώρες ξενοιασιάς και γαλήνης. Δάκρυα έτρεχαν στα μάγουλα της θυμίζοντας της στιγμές πόνου. Το πρόσωπό του επέστρεψε και έδεσε το κορμί της με το σκοτάδι. Δεν μπορούσε να λυθεί. Ένα όνειρο ήταν, τελείωσε τώρα…

You were about to depart after all those things you hadn't hesitated to say. I was speechless with a far off look in my eyes. You turned around and looked straight through my eyes. Your incurious look was the repressive blow. I screamed a thousand times that you must leave. Teardrops began to run in my cheeks and I turned my back on you, I did not bear seeing you. It was unattainable for you to resist, you approached me and tightened me in your warm embrace. You held me despite the fact I tried to escape. I struck you again and again, however you were still holding me. Finally I burst into tears. You were caressing my hair, telling me sweetly to calm down, kissing my tears away... I couldn’t bear it any longer.

-Please don’t go. Don’t abandon me here while I'm trying to catch my breath. Just kiss me one more time and I’ll chase your fears away. The moon has no qualms. The morning is far away. Love me afresh without thoughts blocking your feelings. Do as you feel and the dawn will break the spell. Just don’t leave me here vulnerable. I know I’m misled, nevertheless, fool me once again. Make me languish with love once more just for tonight. Just for tonight and when the dawn comes, I’ll let you go…

Λόγια πικρά κι αιχμηρά. Λέξεις που δεν ξέχασε ποτέ έπειτα το τελευταίο τους βράδυ, από το τελευταίο τους ξημέρωμα. Δεν μετάνιωνε επειδή δεν κατάφερε να τον κρατήσει. Μετάνιωνε γιατί εκείνη ήταν αυτή που τον έδιωξε. Μία νύχτα που οι νεράιδες τραγουδούσαν τα γλυκά νανουρίσματά τους και η σελήνη χαμογελούσε στον Αυγερινό. Τότε αγαπήθηκαν για πρώτη και τελευταία φορά, κάτω από τον έναστρο ουρανό. Σαν να ήταν η τελευταία νύχτα πάνω στη γη τα άφησαν όλο πίσω. Σιωπή τριγύρω και τίποτε άλλο εκτός απ’ τις ανάσες τους δεν αντηχούσε. Χωρίς να εκφράσουν φόβους, χωρίς να εκθέσουν μυστικά. Ένα αντίο, μία συγγνώμη. Έπειτα ήρθε το πρωί και το όνειρο τελείωσε.

«Just for tonight we’ll keep on dancing and the city won't tell a soul. Just for tonight, the lights are shining and our secret stays untold…»




(Αφιερωμένο στη Ναταλία.)




0 comments:

Post a Comment

A snowflake just fell!

Recent Posts